Στις αγχώδεις διαταραχές κατηγοριοποιείται και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, η οποία παρουσιάζεται συχνά στον γενικό πληθυσμό (αφορά το 2-3% περίπου). Χαρακτηριστικό της είναι, ότι το άτομο αισθάνεται έντονη απειλή και φόβο για τον εαυτό του, και το περιβάλλον του και προσπαθεί να ελέγξει αυτό το άγχος με ιδεοληψίες και καταναγκασμούς.
Οι ιδεοληψίες είναι επαναλαμβανόμενες ιδέες ή σκέψεις που μπορεί να είναι βασανιστικές για κάποιον και παρόλο που τις θεωρεί ανόητες, παράλογες και δυσάρεστες δεν μπορεί να τις ελέγξει. Σχετίζονται συχνά με την πιθανότητα μόλυνσης και προσβολής της υγείας ή με την πιθανότητα πρόκλησης μιας καταστροφής όπως πυρκαγιάς πλημμύρας, τραυματισμού κτλ.
Ένα σύμπτωμα που παρουσιάζεται συχνά στο άτομο που πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστή διαταραχή, είναι ο φόβος, ότι βρίσκεται σε κίνδυνο, επειδή έρχεται σ’επαφή με μικρόβια, με εκκρίσεις του ανθρωπίνου σώματος, μ’ επικίνδυνα χημικά ή ακτινοβολίες. Επειδή αισθάνεται απειλή κι άγχος ότι κινδυνεύει η ζωή του, ξεκινά ιεροτελεστίες καθαριότητας και δεν μπορεί ν ‘αντισταθεί στην παρόρμηση να τις επαναλαμβάνει, προκειμένου να μειώσει του κινδύνους αυτούς και να ελέγξει το περιβάλλον του.
Ένα επίσης συνηθισμένο σύμπτωμα είναι η επανάληψη ελέγχου. Αυτή μπορεί να αφορά την αποσύνδεση ηλεκτρικών συσκευών, το κλείσιμο και κλείδωμα θυρών και παραθύρων, το κλείσιμο της βρύσης ή τον έλεγχο λογαριασμών που αφορούν το κλείσιμο ενός ταμείου. Υπάρχει φόβος, ότι η αμέλεια του ατόμου μπορεί να προκαλέσει πυρκαγιά, πλημμύρα ή και οικονομική καταστροφή. Ο έλεγχος μπορεί να εμφανίζεται επίσης μαζί με άγχος, ότι το άτομο μπορεί να γίνει βίαιο ή αγενές, χωρίς να το αντιληφθεί. Άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή αναφέρουν συχνά την αγωνία τους, ότι ίσως δεν είναι σε θέση να συγκρατήσουν την επιθετικότητα τους και δεν είναι σίγουρα για το αν έβρισαν ή αν τραυμάτισαν κάποιον.
Μια άλλη κατηγορία της διαταραχής είναι οι καταναγκασμοί. Πρόκειται για πράξεις που επαναλαμβάνονται με μορφή ιεροτελεστίας κι έχουν κατά μία έννοια μαγικό χαρακτήρα. Δεν είναι ευχάριστες ή λειτουργικές για το ίδιο το άτομο, αντίθετα του κοστίζουν πολύ χρόνο από την καθημερινότητα του. Χρησιμεύουν σαν πρόληψη ενάντια σε κάποιο γεγονός, που φοβάται ότι μπορεί να συμβεί και θα ήταν καταστροφικό για εκείνον. Το άτομο έχει την παρόρμηση να επαναλαμβάνει την ίδια πράξη πχ. ν’ ανοιγοκλείνει το καπάκι της μαργαρίνης, ή ν’ αναβοσβήνει το διακόπτη του ρεύματος. Αυτό το επαναλαμβάνει τόσες φορές, όσες κρίνει ότι είναι αναγκαίο για να μειώσει το άγχος του γιατί πχ.φοβάται ότι διαφορετικά θα πεθάνει κάποιο συγγενικό του πρόσωπο.
Καταναγκασμός μετρήματος, όπως και παραπάνω μπορεί το μέτρημα ν’αφορά οποιοδήποτε αντικείμενο, πλάκες πεζοδρομίου ή ακόμα και χνούδια στο πουλόβερ. Έχει επίσης σαν σκοπό να μειώσει το άγχος του ατόμου σε σχέση με κάποια ιδεοληψία του που τον βασανίζει, πχ. ότι μπορεί να συμβεί κάτι ανεπανόρθωτο σε κάποιο προσφιλές πρόσωπο ή στον ίδιο.
Καταναγκασμός που αφορά την τάξη. Αυτή η μορφή της διαταραχής ξεπερνά κατά πολύ την έννοια του συγυρίσματος και της απλής τάξης. Πρόκειται για μια ακατανίκητη επιθυμία να είναι κάποια αντικείμενα σε απόλυτη τάξη και συμμετρία μεταξύ τους. Αφορά συχνά αντικείμενα με ευρεία χρήση όπως ρουχισμό, σερβίτσια, χαρτικές ύλες και πως αυτά είναι φυλαγμένα. Το άτομο που πάσχει από αυτό το είδος καταναγκασμού αισθάνεται έντονη ανησυχία όταν τα αντικείμενα που έχει επιλέξει δεν είναι στη σωστή σειρά. Δεν μπορεί να διαχειριστεί το συναίσθημα του υπερβολικού άγχους που του προκαλεί αυτό το γεγονός και να τ’αποδιώξει.
Καταναγκασμός συλλογής αντικειμένων. Αυτή η μορφή της διαταραχής δεν έχει καμία σχέση με τη συνηθισμένη συλλογή αντικειμένων ως χόμπυ. Πρόκειται για την ακατανίκητη επιθυμία να συλλεχθούν αντικείμενα και πληροφορίες που μπορεί να μην έχουν καμία χρησιμότητα ή αξία ούτε καν συναισθηματική. Μπορεί πχ. να συλλέγονται εισιτήρια λεωφορείων, διαφημιστικά φυλλάδια ή ακόμα και σκουπίδια. Το άτομο όμως που τα συλλέγει δεν μπορεί να τ’ αποχωριστεί κι αισθάνεται άγχος σ’αυτή την προοπτική σαν να επρόκειτο να πεταχτεί κάτι πολύτιμο.
Εμφάνιση και εξέλιξη της διαταραχής
Πολύ συχνά η αρχή της διαταραχής βρίσκεται νωρίς στην παιδική ηλικία, στην εφηβεία ή μέχρι το 30κοστό έτος. Παρουσιάζεται με την ίδια συχνότητα σε άντρες και γυναίκες, ενώ έχει τις περισσότερες φορές έναν χρόνιο χαρακτήρα. Το ιδεοψυχαναγκαστικό άτομο προσπαθεί κυρίως ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα μόνο του, αν κι αναγνωρίζει ότ οι μέθοδοι του είναι αναποτελεσματικές. Έχει έντονα το αίσθημα της ντροπής για τον «περίεργο» τρόπο που σκέφτεται και πράττει και γι’αυτό προτιμά ν’αποκρύπτει το πρόβλημα από το περιβάλλον του. Συνήθως περνάει πολύς χρόνος μέχρι ν’απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό, κι αυτό συμβαίνει όταν δεν μπορεί να λειτουργήσει στην καθημερινότητα του ή όταν απειλείται η προσωπική κι επαγγελματική του ζωή.
Θεραπεία
Για πολλές δεκαετίες η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή θεωρούνταν άλυτο πρόβλημα. Ευτυχώς όμως σήμερα ξέρουμε ότι τα ποσοστά θεραπείας είναι υψηλά. Στην δεκαετία του 1960 άρχισε με μεγάλη επιτυχία, η τεχνική της έκθεσης και παρεμπόδισης της απάντησης (exposure and response prevention) στα πλαίσια της γνωσιακής συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας. Από τότε μέχρι σήμερα πάμπολλες έρευνες αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα της με ποσοστά θεραπείας που φτάνουν και το 85%. Σημαντικό είναι ότι τ’ αποτελέσματα της θεραπείας παραμένουν σταθερά και για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά το τέλος της θεραπείας.
Τα φάρμακα που βοηθούν στον έλεγχο των συμπτωμάτων σε ποσοστό ασθενών εως και 75% είναι τ’ αντικαταθλιπτικά και πιό συγκεκριμένα αυτά που είναι γνωστά ως «αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης». Δεν παρουσιάζεται μείωση των συμπτωμάτων με αγχολυτικά φάρμακα αν και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή συγκαταλέγεται στις αγχώδεις διαταραχές. Δυστυχώς όμως το μειονέκτημα της φαρμακοθεραπείας είναι ότι μετά τη διακοπή των φαρμάκων η πιθανότητα υποτροπής φτάνει και το 90% .
Οι πιθανότητες να περάσει από μόνη της η διαταραχή είναι πολύ μικρή, ενώ η ψυχανάλυση (παλαιότερη μέθοδος ψυχοθεραπείας) δεν έχει αποδείχτεί ιδιαίτερα αποτελεσματική.